Το χωριό Δραβήσκος - εξελήξεις κατά τον 20. αιώνα

Στις αρχές της δεκαετίας του 1920, ο σημαδεμένος από τις καταστροφές και κακουχίες των προηγούμενων ετών οικισμός "Σδραβικίου", όπως ονομαζόταν τότε ο Δραβήσκος, αριθμούσε λιγότερα από 300 κατοίκους. Διοικητικά άνηκε το τότε φτωχικό και κοινωνικά υποβαθμισμένο χωριό Δραβήσκος στην κοινότητα Κοτσάκι (Μυρρίνη), όπως άλλωστε και οι συνοικισμοί Δόμηρος και Μύρκινος.

Πληθυσμιακές εξελίξεις στο Δραβήσκο

Ένα καθοριστικό για την περαιτέρω εξέλιξη του χωριού Δραβήσκος συμβάν αποτέλεσε η μαζική προσέλευση προσφύγων από Μικρά Ασία και Θράκη στην ευρύτερη περιοχή από το έτος 1922 και μετέπειτα. Επειδή οι τοπικές κοινωνίες στο Κοτσάκι (Μυρρίνη) και στη συνέχεια του Σέμαλτον (Μικρό Σούλι) εναντιώθηκαν σθεναρά κατά της εποίκησης, οι πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν κατόπιν διοικητικών παρεμβάσεων τελικά στην περιοχή του Δραβήσκου και στο κατά την τότε εποχή αμφισβητούμενης ιδιοκτησίας αγρόκτημά του. Έτσι οι ολιγάριθμοι εντόπιοι κάτοικοι του χωριού Δραβήσκος βρέθηκαν ξαφνικά στη θέση της κοινωνικής και πληθυσμιακής μειονότητας, καθώς οι πρόσφυγες αριθμούσαν πολλαπλάσια του αρχικού πληθυσμού του οικισμού.

Δημογραφικά στοιχεία
(βάσει απογραφών)
ΈτοςΚάτοικοι
1920277
19281.302
19401.743
19502.061
19612.140
19711.569
19811.579
19911.520
20011.660

Κοινωνικές αντιπαραθέσεις και εντάσεις στο Δραβήσκο

Όπως προμηνούν τα ως άνω αναφερόμενα, μεταξύ Εντόπιων και προσφύγων αναπτύχθηκε μια μακροχρόνια εχθρότητα, χαρακτηριζόμενη από αντιπαραθέσεις, συμπλοκές και κοινωνικούς διαχωρισμούς. Ουσιαστικά επρόκειτο για σύγκρουση όχι μόνο υλικών συμφερόντων, αλλά και νοοτροπιών. Οι περισσότεροι πρόσφυγες μιλούσαν ούτε καν Ελληνικά (αρκετοί Μικρασιάτες ομιλούν μεταξύ τους ακόμα και σήμερα συχνά Τούρκικα) και μετέφεραν από τις παλιές τους πατρίδες πολιτιστικά στοιχεία εντελώς άγνωστα στους Εντόπιους. Από σημερινή όψη πρέπει όμως να παραδεχθεί ότι οι πρόσφυγες συνέβαλαν καθοριστικά στην περαιτέρω εξέλιξη του χωριού Δραβήσκος σε τοπικό κέντρο, αναπτύσσοντας με τα χρόνια υποδομές καθώς και ποικίλες χειρωνακτικές, βιοτεχνικές και εμπορικές δραστηριότητες.

Κοινότητα Δραβήσκου

Η εγκατάσταση των προσφύγων ανέτρεψε πλήρως τα δημογραφικά δεδομένα της περιοχής, και έτσι το 1926 ανακηρύχθηκε ο Δραβήσκος ανεξάρτητη κοινότητα, συμπεριλαμβάνοντας διοικητικά και τα χωριά Μαυρόλοφος και Δοξόμπος (Μύρκινος). Το 1928 ανήλθε ο πληθυσμός του χωριού Δραβήσκος σε περίπου 1.300 κατοίκους (Μαυρόλοφος: περίπου 400, Μύρκινος: περίπου 200).
Στα επόμενα χρόνια καταβλήθηκαν προσπάθειες για τη δημιουργία στοιχειωδών υποδομών. Σημαντικό γεγονός αποτέλεσε η οριστική διανομή αγροτικής γης στους αγρότες το έτος  1935.

Η εποχή των μεταναστών

Κατά τον δεκαετιών του 1950 και 1960, μέρος του πληθυσμού του Δραβήσκου όχι μόνο στεγαζόταν  σε καλύβες και φτωχικά παραπήγματα, αλλά λιμοκτονούσε κυριολεκτικά. Κάποια οικονομική ανακούφιση επέφεραν τα ευεργετικά μέτρα της "Κυβέρνησης των Ταγματαρχών" υπέρ των αγροτών, με μάλλον σημαντικότερο μέτρο την απλόχερη παροχή στεγαστικών δανείων. Ωστόσο χαρακτηρίζονται οι δεκαετίες του 1960 και 1970 από τη μαζική μετανάστευση κατοίκων, κυρίως προς την τότε Δυτική Γερμανία, αλλά και προς Βέλγιο, Αυστραλία, ΗΠΑ, Καναδά και άλλες χώρες εντός και εκτός Ευρώπης. Η έκταση της μετανάστευσης απεικονίζεται και στις απογραφές των ετών 1961 (2.140 κάτοικοι) και 1971 (1.569 κάτοικοι).


Το Κοινοτικό Κατάστημα στο Δραβήσκο πριν από την ανακαίνιση (06.04.2004). Νεότερη φωτογραφία υπάρχει στην ενότητα Φωτογραφίες ΙΙ


Όψη του Ιερού Ναού Μεταμορφώσεως στο νότιο τμήμα της κεντρικής οδού (αρχές δεκαετίας 1990)

Η περαιτέρω ανάπτυξη του Δραβήσκου συνδέεται άμεσα με τα "εμβάσματα" των μεταναστών, οι οποίοι υποστήριζαν τις οικογένειες τους οικονομικά, χρηματοδότησαν σε σημαντικό βαθμό την ανοικοδόμηση του χωριού και συνέβαλαν για τουλάχιστον δυο δεκαετίες στον ευρύτερο κύκλο εργασιών και οικονομικής ανάπτυξης της ευρύτερης περιοχής.


Η δυτική πλαγιά του υψώματος του Αγίου Αθανασίου. Στη φωτογραφία φαίνεται και η αγροτική οδός που αποτελεί τη δυτική έξοδος του οικισμού προς τον ποταμό Αγγίτη και τις αγροτικές καλλιέργειες της πεδιάδας του Στρυμόνα.